Dennis Baltzis: Ο τρίτος δρόμος του Χριστιανισμού

Ο τρίτος δρόμος του Χριστιανισμού

Ο τρίτος δρόμος του Χριστιανισμού

Επειδή ο κάθε άνθρωπος βιώνει με τον δικό του τρόπο την πίστη και είναι ένα θέμα αρκετά ευαίσθητο θα προσπαθήσω να είμαι όσο πιο ξεκάθαρος γίνεται. Πρώτον θα ήθελα να επισημάνω πως δεν ακολουθώ κάποιο συγκεκριμένο δόγμα καθώς το πνευματικό μέρος της θρησκείας ποτέ δεν ταίριαξε με τις δικές μου αναζητήσεις και ιδεολογικές κατευθύνσεις. Από την άλλη ο πανανθρώπινος λόγος του Χριστού με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Έχω μελετήσει και μερικές άλλες θρησκείες όπου κι εκεί βρήκα σημεία που μιλούσαν γι’ αγάπη και για βοήθεια των αδυνάτων. Όμως μιας και μένουμε σε μια χριστιανική χώρα θ’ ασχοληθώ με τον λάθος δρόμο που κατ’ εμέ έχουν διαλέξει πολλοί από τους ιεράρχες.


Η Εκκλησία από το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι και το 1974 ήταν μία σημαντική δύναμη μέσα στην Ελληνική κοινωνία. Δεν μπορούμε φυσικά να μην εξυμνήσουμε τους κληρικούς οι οποίοι βοήθησαν το ελληνικό έθνος σε δύσκολες περιόδους  για την ιστορία του αλλά από την άλλη την ίδια περίοδο η εκκλησία ως η μόνη ζωντανή εκπρόσωπος του σκλαβωμένου λαού μάζεψε από τους Οθωμανούς ισχυρά προνόμια και σημαντική περιουσία που αντί να την διαθέσει προς τον δοκιμαζόμενο λαό την έκανε να λειτουργεί ως φεουδάρχης. Δυστυχώς, λόγω Τουρκοκρατίας, ο Διαφωτισμός δεν έφτασε στην Ελλάδα. Με το τέλος της Τουρκοκρατίας η Εκκλησία προσπάθησε και τα κατάφερε ώστε να έχει τα προνόμια που απολάμβανε και πριν την απελευθέρωση.

Κι ενώ το πνεύμα του Χριστιανισμού διαπνέεται από μια καλώς εννοούμενη προοδευτικότητα, η εξουσία της εκκλησίας έκανε πολλούς ιεράρχες να ξεχάσουν το πραγματικό νόημα του Χριστιανισμού και να στραφούν καθαρά σ’ ένα συντηρητισμό και σε μια συμπεριφορά που δεν συνέπιπτε με τους λόγους του Κυρίου. Συνεργάστηκαν με την άρχουσα τάξη και ήταν εναντίων οποιασδήποτε αλλαγής στην ελληνική κοινωνία, με την πρόφαση πως αυτή δεν συνάδει με τον Χριστιανισμό. Αυτό φάνηκε για πρώτη φορά το 1916 όπου η Εκκλησία και μάλιστα η Ιεραρχία αυτής στράφηκε κατά του μεγαλύτερου, κατ’ εμέ, Έλληνα πολιτικού του Ελευθερίου Βενιζέλου. Μιλάμε φυσικά για το ανάθεμα. Το ανάθεμα και μόνο από την φύση του ήταν κάτι πέρα από τον λόγο για αγάπη κι αδελφότητα ακόμα και στους εχθρούς που με τόσο θέρμη είχε διδάξει ο Χριστός.

Η Ιεραρχία όμως έμεινε προσκολλημένη και στην συνέχεια δίπλα στην άρχουσα τάξη, μην αντιδρώντας σε οτιδήποτε είχε να κάνει με την καταπάτηση θεμελιωδών ελευθεριών του ανθρώπου καθώς με την άρχουσα τάξη είχε μια σχέση δούναι και λαβείν. Αποκορύφωμα αυτής της σχέσης ήταν η επτάχρονη χούντα όπου το τρίπτυχο Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών έδειχνε με τον πλέον καθαρό τρόπο πως εκτός της δικτατορικής εξουσίας η Εκκλησία παίζει σημαντικό ρόλο και είναι από τις κολώνες ενός καθεστώτος το οποίο καταπατούσε κάθε έννοια ελευθερίας. Βέβαια εκείνη την περίοδο όταν κάποιοι προσπαθούσαν να φέρουν την Δημοκρατία και βασανιζόντουσαν στα υπόγεια της Μπουμπουλίνας κάποιοι άλλοι διάβαζαν και φωτογραφίζονταν δίπλα στους δικτάτορες.

Μετά το τέλος της δικτατορίας και των νέων ηθών που έρχονται στην Ελληνική κοινωνία η Εκκλησία αρχίζει και παίζει δευτερεύοντα ρόλο, ώσπου φτάνει σε σημείο πλέον να παίζει έναν ρόλο καθαρά κοινωνικό για να πηγαίνουν οι άνθρωποι σε γάμους και βαφτίσια. Αυτό προσπάθησε ν’ αλλάξει ο πρώην Αρχιεπίσκοπος ο οποίος προσπάθησε να δείξει ένα πιο κοινωνικό και μοντέρνο πρόσωπο της Εκκλησίας αλλά κρατώντας το συντηρητικό προφίλ της Εκκλησίας. Η Εκκλησία προσπάθησε πάλι να έχει λόγο στις αποφάσεις της εξουσίας. Η πρώτη μεγάλη σύγκρουση ήταν στο θέμα των ταυτοτήτων όπου ο Αρχιεπίσκοπος σήκωσε λάβαρο επανάστασης έναντι στην απόφαση της εκλεγμένης κυβέρνησης για την αλλαγή των ταυτοτήτων, στις οποίες πλέον δεν αναγραφόταν το θρήσκευμα. Και μετά ήρθε η Δεξιά του Κυρίου και ξεχάστηκαν άμεσα τα κηρύγματα και τα λάβαρα και οι νέες ταυτότητες έμειναν δίχως το θρήσκευμα.

Με τον πρώην Αρχιεπίσκοπο φτάσαμε στο σημείο η Εκκλησία να σκέφτεται πρώτα πολιτικά και μετά πνευματικά. Και θα μου πείτε, μα καλά δεν μπορεί να έχει ο Αρχιεπίσκοπος ή ο κάθε ιερέας πολιτική γνώμη. Η απάντηση φυσικά είναι πως ναι κι επιβάλλεται να έχει πολιτική γνώμη. Όμως εάν θέλει να δρα πολιτικά θα πρέπει να βγάλει τα ράσα. Εάν ο ιερέας θέλει να κάνει πολιτικό κήρυγμα προς το ποίμνιό από άμβωνος θα πρέπει να μην μιλάει ως ιερέας ή μητροπολίτης αλλά ως πολίτης. Έτσι όπως και ο στρατιωτικός δεν μπορεί να βγάζει πολιτικό λόγο φορώντας την στολή έτσι δεν γίνεται να δρας πολιτικά με τα άμφια. Και πλέον βλέποντας τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης να δρα καθαρά ως κομματάρχης ή να βγαίνει φυλλάδιο που να κατηγορεί τους πολιτικούς ως άλλο ανάθεμα εκμεταλλευόμενοι τα θρησκευτικά αισθήματα του λαού πρέπει κάποιος να τους ενημερώσει πως εάν θέλουν να δρουν πολιτικά μπορούν αλλά θα παραιτηθούν από τον ιερατικό τους αξίωμα όπως αποστρατεύεται και ένας στρατιωτικός ο οποίος θέλει να πολιτευθεί. Πρέπει επιτέλους να προχωρήσει ο περιβόητος διαχωρισμός Κράτους κι Εκκλησίας. Και όχι ένας χαζοπροοδευτικός διαχωρισμός καθώς ο Χριστιανισμός αποτελεί παράδοση της Ελληνικής κοινωνίας και κάποιος που θεωρεί τον εαυτό του προοδευτικό πρέπει πρώτα να σέβεται τον άλλον ως άτομο. Έτσι λοιπόν δεν είμαι ενάντια στο να καταργηθούν τα θρησκευτικά καθώς ό,τι μαθαίνεις αποτελεί γνώση, ούτε στο να φύγουν οι εικόνες από τα σχολεία (και να φύγουν δεν θα φτιάξει ως δια μαγείας το επίπεδο της παιδείας) αλλά να είναι διακριτοί οι ρόλοι και  το που φτάνουν τα όρια της Εκκλησίας και που αυτά του Κράτους. Η Εκκλησία θα πρέπει να παραμείνει στα θρησκευτικά και πνευματικά της καθήκοντα, να διαθέσει ακόμα μεγαλύτερες δυνάμεις και αγαθά προς έναν λαό που δοκιμάζεται αυτή την στιγμή και να μην εμπλέκεται σε πολιτικές αποφάσεις οι οποίες δεν την αφορούν άμεσα.


Posted in Έξω Αριστερά and tagged , , , , , .

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *